Ἰνδικά — Ἰνδικός a neut nom/voc/acc pl Ἰνδικά̱ , Ἰνδικός a fem nom/voc/acc dual Ἰνδικά̱ , Ἰνδικός a fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δελχί — (ινδικά Dilli).Πόλη (9.817.439 κάτ. το 2001) της βόρειας Ινδίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης διοικητικής περιφέρειας (1.483 τ. χλμ., 13.782.976 κάτ. το 2001). Βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Γιαμούνα (Τζούμνα), ενός από τους μεγαλύτερους… … Dictionary of Greek
Ἰνδικάς — Ἰνδικά̱ς , Ἰνδικός a fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Νεπάλ — Χώρα της νότιας Ασίας. Συνορεύει Β με την Κίνα και Α, Ν και Δ με την Ινδία.Tο Ν., που βρίσκεται ανάμεσα στα υψίπεδα του Θιβέτ και στην πεδιάδα του Γάγγη, εκτείνεται δίπλα στις μεσημβρινές πλαγιές των Iμαλαΐων, σε μια εδαφική έκταση σχεδόν… … Dictionary of Greek
ινδικός — ή, ό (ΑΜ ινδικός, ή, όν, Α θηλ. και Ινδίς) [Ινδός] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Ινδία ή στους Ινδούς 2. αυτός που προέρχεται από την Ινδία 3. το ουδ. ως ουσ. το ινδικό(ν) κυανή χρωστική ουσία που εξάγεται από το φυτό ινδικοφόρος η βαφική … Dictionary of Greek
Γαλανός, Δημήτριος — (Αθήνα 1760 – Μπενάρες, Ινδία 1833). Λόγιος. Ο Γ. ήταν ένας από τους πρώιμους μελετητές της ινδικής φιλολογίας. Μετά τις σπουδές του σε σχολές της Αθήνας, του Μεσολογγίου και της Πάτμου, δίδαξε ελληνικά για λίγα χρόνια σε ένα σχολείο της… … Dictionary of Greek
Κασμίρ — (Kashmir). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (222.236 τ. χλμ., 12.649.917 κάτ.) της νοτιοκεντρικής Ασίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της ινδικής ενδοχώρας. Συνορεύει στα ΒΑ με το Αφγανιστάν και με την Κίνα, στα Ν με τα ινδικά κρατίδια Χιματσάλ… … Dictionary of Greek
Мегасфен — (Μεγασθένης) географ, историк и бытописатель Индии, IV III в. до Р. Хр., современник Селевка Никатора (355 280 г. до Р. Хр.). По поручению последнего М. собрал на месте множество сведений об Индии, частью как очевидец, частью со слов индийских… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона